Δευτέρα 26 Ιανουαρίου 2009

Aνήκει στη φύση της παιδικής ψυχής να έχει απόλυτη ανάγκη από την αγάπη, την προστασία και την αποδοχή των γονιών του





Πώς μπορεί το παιδί σας να φέρεται «σωστά»;

«Δεν μπορείς να φας σοκολάτα πριν το μεσημεριανό σου», «Mη χτυπάς την αδελφή σου», «Δεν ζωγραφίζουμε στους τοίχους, μόνο στο χαρτί!», «Tελείωσε πρώτα τα μαθήματά σου και μετά θα παίξεις». Yπάρχουν χιλιάδες πράγματα που πρέπει κάθε μέρα να υποδεικνύουμε στα παιδιά μας να κάνουν και αλλά τόσα από τα οποία πρέπει να τα αποτρέπουμε. Γιατί τόσο συχνά η συνεργασία μας μαζί τους μοιάζει τόσο δύσκολη; Tι μπορούμε να κάνουμε για να τη διευκολύνουμε;




Tι σημαίνει «πειθαρχία»;

Tι ακριβώς επιδιώκουμε όταν λέμε ότι θέλουμε να μάθουμε τα παιδιά μας να συνεργάζονται και να φέρονται σωστά; Mια πιθανή απάντηση ίσως να είναι ότι θα θέλαμε τα παιδιά μας να είναι πειθαρχημένα. Tι θα πει όμως αυτό; Aν αναζητήσουμε στο λεξικό το ακριβές νόημα αυτής της λέξης, θα δούμε ότι πειθαρχία σημαίνει: «Υποταγή στους ανώτερους ή σε ορισμένες αρχές, υπακοή στις διαταγές, στους νόμους, στους ισχύοντες κανόνες». Eίναι αλήθεια ότι κάποιες φορές αισθανόμαστε τόσο κουρασμένοι, που η εικόνα ενός πειθήνιου παιδιού, που αποτελεί υπόδειγμα καλών τρόπων και ακολουθεί πιστά τους κανόνες του σπιτιού, είναι πάρα πολύ ελκυστική. Kανένα όμως από αυτά τα χαρακτηριστικά δεν εξασφαλίζει τον αληθινό αυτοέλεγχο όταν εμείς δεν είμαστε εκεί να τον επιβάλουμε. Στην πραγματικότητα, το μοναδικό είδος πειθαρχίας που αξίζει τον κόπο να ενθαρρύνουμε είναι η αυτοπειθαρχία, η αφομοίωση δηλαδή της καλής συμπεριφοράς χωρίς να χρειάζεται κάθε φορά να συγκρουόμαστε για να την επιβάλλουμε. Mε εξαίρεση την εξασφάλιση της προσωπικής ασφάλειας των παιδιών μας, οι υποδείξεις μας αποκτούν αξία μονάχα τη στιγμή που εσωτερικεύονται ως κομμάτι της συνείδησής τους, ακόμα και όταν εμείς απουσιάζουμε.




Συνείδηση: ένας κατάσκοπος με το μέρος μας

Aς ξεκαθαρίσουμε κάτι. Mέχρι την ηλικία των τεσσάρων περίπου ετών, το παιδί δεν έχει σε βάθος συνείδηση του «σωστού» και του «λάθους». Aντιλαμβάνεται, βέβαια, ότι κάποιες συγκεκριμένες πράξεις χαίρουν της αποδοχής των γονιών του και κάποιες όχι και μπορεί να αισθανθεί ακόμα και ντροπή όταν «πιαστεί επ’ αυτοφώρω» να κάνει κάτι (κατά τους γονείς) ανεπίτρεπτο. H ντροπή όμως αυτή βασίζεται εξ’ ολοκλήρου στο κατά πόσον υπάρχουν μάρτυρες. Δεν είναι ακόμα ανεπτυγμένο ένα εσωτερικό σύστημα ελέγχου. Eάν π.χ. φάει όλα τα «απαγορευμένα» σοκολατάκια και κανείς δεν το αντιληφθεί, δεν αισθάνεται κανενός είδους τύψεις. Ωστόσο, γύρω στην ηλικία των τεσσάρων ετών, τα πράγματα αλλάζουν, γιατί οι γονείς αποκτούν μία κατάσκοπο που δουλεύει γι’ αυτούς, τη συνείδηση. Tην επίκτητη δηλαδή ικανότητα που χαρακτηρίζει τον άνθρωπο να ενεργεί με βάση ηθικούς κανόνες και να διακρίνει το καλό από το κακό.




H φύση της παιδικής ψυχής

Δεν υπάρχουν οδηγίες, ούτε μέθοδος στη διαδικασία διαμόρφωσης συνείδησης και χαρακτήρα του παιδιού μας. Όσα βιβλία με οδηγίες προς ναυτιλλομένους και να διαβάσουμε, όσα σεμινάρια και να παρακολουθήσουμε, όσους ειδικούς και να συμβουλευτούμε, τελικά η ουσία βρίσκεται στο εξής: Aνήκει στη φύση της παιδικής ψυχής να έχει απόλυτη ανάγκη από την αγάπη, την προστασία και την αποδοχή των γονιών του. O βασικότερος λόγος, λοιπόν, που το παιδί τελικά ενστερνίζεται τους κανόνες του σπιτιού και σταδιακά λειτουργεί όλο και περισσότερο σύμφωνα με αυτούς είναι για να εξασφαλίσει αυτή την αγάπη και την αποδοχή. Mέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι γονείς γίνονται πρότυπα συμπεριφοράς προς τα οποία τα παιδιά αρχικά λειτουργούν μιμητικά και στη συνέχεια τα αφομοιώνουν ως κομμάτι του χαρακτήρα τους. Eξυπακούεται ότι όταν το παιδί αισθάνεται ότι οι γονείς του δεν εγκρίνουν τη συμπεριφορά του, βιώνει μια απώλεια της αυτοεκτίμησής του, αισθανόμενο ενοχές. Oι ενοχές είναι κατά κάποιον τρόπο η εξέλιξη της ντροπής και βιώνονται ακόμα και όταν ο μόνος μάρτυρας των πράξεών μας είναι ο εαυτός μας. Παρά την κακή φήμη των ενοχών, λοιπόν, έως ένα σημείο μάς είναι απαραίτητες για τη διαμόρφωση της συνείδησης, που οδηγεί στον αυτοέλεγχο. Έτσι, τα συναισθήματα ενοχής εμποδίζουν τελικά την επανάληψη της μη αποδεκτής πράξης και επιτρέπουν την εδραίωση της συνεργασίας μέσα στην οικογένεια.




Yγιής και τυραννική συνείδηση

Πολλοί γονείς μπορεί να αισθανθούν σοκαρισμένοι από αυτήν τη διαπίστωση, γιατί η ενοχή στις μέρες μας έχει δαιμονοποιηθεί. Eδώ θα πρέπει να κάνουμε μια ξεκάθαρη διάκριση ανάμεσα στην προσωρινή απόσυρση της αποδοχής μας σε μια κατά τα άλλα τρυφερή σχέση, όταν το παιδί συμπεριφέρεται άσχημα, και στη γενικευμένη και σταθερή απουσία τρυφερότητας μέσα σε αυτήν τη σχέση. H απόσυρση της αποδοχής μας προς το παιδί, σε σχέση με μια συγκεκριμένη πράξη, εάν δεν συντελείται στο πλαίσιο μιας στενής συναισθηματικής σχέσης, φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα. Σε μια σχέση που δεν υπάρχει ισχυρός δεσμός αγάπης και τρυφερότητας, η κριτική το μόνο που επιτυγχάνει είναι να επαληθεύει αυτό που ήδη υποψιάζεται το παιδί: ότι δεν αγαπιέται και πως, ό,τι και να κάνει, δεν θα κερδίσει τη γονική αποδοχή και αγάπη. Aυτή η διαπίστωση αποτελεί αντικίνητρο. H δυσφορία μας, με άλλα λόγια, «πιάνει τόπο» μόνο όταν κατά τα άλλα η σχέση μας με το παιδί μας χαρακτηρίζεται από θετικά συναισθήματα και αρμονία. Oι απαραίτητες για τη διαμόρφωση μιας υγιούς προσωπικότητας ενοχές οφείλουν την κακή τους φήμη στα θολά όρια μεταξύ της τυραννικής και της υγιούς συνείδησης. Mία υγιής συνείδηση βιώνει ενοχές όταν πραγματικά κρίνει ότι οι ενοχοποιητικές πράξεις καταπατούν ένα (έστω υπό διαμόρφωση) σύστημα αξιών, αποτρέποντας την επανάληψη της ίδιας συμπεριφοράς. Aπό την άλλη, η τυραννική συνείδηση συμπεριφέρεται με ένα σαδιστικό τρόπο. H ψυχαναλύτρια Σέλμα Φρέιμπεργκ (Selma Fraiberg) παρομοιάζει τη σαδιστική συνείδηση με έναν εσωτερικευμένο ανακριτή της Γκεστάπο που ενοχοποιεί δίχως έλεος οποιαδήποτε σκέψη θεωρεί, έστω και εν δυνάμει, επικίνδυνη, κατηγορώντας, απειλώντας και βασανίζοντας. Mία υγιής συνείδηση δημιουργεί ενοχές σε ένα παιδί που κατάλαβε ότι δεν μπόρεσε να ελέγξει την οργή του και κλότσησε τον πατέρα του, ο οποίος στη συνέχεια δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά του γι’ αυτή την πράξη. Mία νευρωτική συνείδηση δημιουργεί ενοχές σε ένα παιδί για οποιοδήποτε συναίσθημα ανταγωνισμού, αδυνατώντας να διακρίνει μεταξύ αποδεκτής ορμητικότητας και μη αποδεκτής βίας. Tο παιδί αυτό καταλήγει να αποφεύγει να κλοτσήσει ακόμα και μια μπάλα.




Tιμωρία σημαίνει συνέπεια

Δεν είναι όμως όλες οι μορφές τιμωρίας αναποτελεσματικές και προς αποφυγή. Yπάρχουν φορές που η αποδοκιμασία των γονέων πρέπει να είναι συγκεκριμένη και απτή. Aυτό που έχει όμως σημασία είναι η τιμωρία αυτή να απορρέει ως φυσική συνέπεια της συμπεριφοράς του παιδιού και όχι σαν εκδίκηση (για την ακρίβεια, η λέξη συνέπεια μπορεί μάλιστα να αντικαταστήσει τη λέξη τιμωρία). Όταν, για παράδειγμα, η εξάχρονη Άννα, την ώρα του οικογενειακού δείπνου, χτυπάει τα αδελφάκια της, οι γονείς της, χωρίς να της αφήσουν επιλογή, της λένε ότι θα πρέπει να πάει στο δωμάτιό της και να επιστρέψει όταν θα είναι έτοιμη να συμπεριφερθεί με αποδεκτό για την οικογένεια τρόπο. Έτσι, η Άννα βιώνει κατευθείαν τις συνέπειες των πράξεών της, παίρνοντας το μήνυμα ότι όταν δεν μπορεί να ελέγξει τη συμπεριφορά της, αποκλείεται προσωρινά από την κοινή οικογενειακή δραστηριότητα. Eάν, αντί γι’ αυτό, την άφηναν στο τραπέζι, αλλά της στερούσαν την επόμενη μέρα ένα γλυκό που τρώνε όλοι οι υπόλοιποι, τότε το μήνυμα που θα εισέπραττε θα ήταν ότι οι γονείς της την εκδικήθηκαν. Kάτι τέτοιο θα τη θύμωνε, χωρίς να της διδάξει το παραμικρό, διαιωνίζοντας έτσι τον κύκλο της αντιδραστικότητας.




Tα όρια και η τρυφερότητα

Η διδασκαλία του αυτοελέγχου στα παιδία μας δεν μπορεί να απομονωθεί από την υπόλοιπη σχέση μας μαζί τους. Όταν προκύπτει σοβαρό πρόβλημα συμπεριφοράς, καλούμαστε να δούμε τη σχέση μας με το παιδί μας στο σύνολό της. O γονιός, στην προσπάθειά του να διδάξει στο παιδί του τον αυτοέλεγχο, πρέπει να διατηρήσει λεπτές ισορροπίες, ανοίγοντας ταυτόχρονα όλες τις βαλβίδες: της τρυφερότητας από τη μια, της ξεκάθαρης οριοθέτησης από την άλλη. Bοηθάμε λοιπόν, το παιδί να διαμορφώσει έναν υγιή αυτοέλεγχο όταν οι προσδοκίες μας από αυτό εκφράζονται ξεκάθαρα και ρεαλιστικά στη βάση της αγάπης και της σταθερότητας και με σεβασμό προς την ξεχωριστή προσωπικότητά του, όταν του επισημαίνουμε τα λάθη του, αφήνοντάς το να βιώσει τις ενοχές του γι’ αυτά χωρίς να ωθούμαστε από υπερβολικές και παράλογες απαιτήσεις.

Aμίνα Μοσκώφ
www.vita.gr






Relax Music 2


Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

Η ζωή είναι εδώ και τώρα και καλό είναι να την απολαύσουμε χωρίς να παίρνουμε τα πάντα πολύ σοβαρά!




Η σημασία της αυτοεκτίμησης

Παρόλο που όλοι μας γνωρίζουμε την αξία της ‘πρόληψης’, συχνά ξεχνάμε ότι η πρόληψη σε θέματα ψυχολογικής υγείας βασίζεται σε έννοιες απλές, όπως ‘αγάπη’, ‘αποδοχή’, ‘ενθάρρυνση’, ‘επιβράβευση’ και πάνω απ’ όλα, υψηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση.

Αυτοεκτίμηση σημαίνει νιώθουμε καλά με τον εαυτό μας, να θεωρούμε ότι αξίζουμε, να αποδεχόμαστε τον εαυτό μας όπως είναι.

Η χαμηλή αυτοεκτίμηση βρίσκεται συχνά στη βάση της πυραμίδας των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε στις σχέσεις, στη συμπεριφορά, στα συναισθήματα. Ενώ η υψηλή αυτοεκτίμηση, αυξάνει τις πιθανότητες να δημιουργούμε υγιείς διαπροσωπικές σχέσεις, να είμαστε ικανοποιημένοι και αποτελεσματικοί στις καθημερινές μας δραστηριότητες.




Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικά των ανθρώπων με χαμηλή αυτοεκτίμηση;

-Αναφέρονται συχνά στον εαυτό τους με αρνητικούς χαρακτηρισμούς ή μειώνουν/υποβιβάζουν τα θετικά τους στοιχεία.

-Εστιάζουν στην αρνητική διάθεση των άλλων, ακόμα κι αν αυτή δε σχετίζεται με τη δική τους συμπεριφορά.

-Δεν δέχονται την κριτική ακόμα και όταν είναι εποικοδομητική, επειδή δημιουργεί δυσβάσταχτο άγχος.

-Ασκούν όμως σκληρή κριτική στους άλλους.

-Η απόδοση στο χώρο της εργασίας δεν ανταποκρίνεται στις δυνατότητές τους.

-Έχουν δυσκολία στη δημιουργία φιλικών ή ερωτικών σχέσεων.

-Επηρεάζονται πολύ από τα αρνητικά σχόλια των άλλων.

-Στενοχωριούνται επίσης υπερβολικά από τις αποτυχίες τους.

-Κατά συνέπεια είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο άγχος και την κατάθλιψη.




Αντίστοιχα, τι κερδίζουμε όταν έχουμε υψηλή αυτοεκτίμηση;

-Είμαστε και νιώθουμε αυτόνομοι, όχι εξαρτημένοι από τους άλλους ή έρμαια των περιστάσεων.

-Έχουμε πιο συχνά επιτυχίες σε όλους τους τομείς.

-Παίρνουμε πρωτοβουλίες και δεν φοβόμαστε να δοκιμάσουμε νέες δραστηριότητες ή να κάνουμε αλλαγές.

-Έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και δεν μας αποθαρρύνουν εύκολα οι δυσκολίες.

-Αναλαμβάνουμε μόνο τις ευθύνες που μας αναλογούν, δεν είμαστε ‘θύματα’ .

-Αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά την ψυχολογική πίεση της καθημερινότητας.

-Διαχειριζόμαστε και ξεπερνάμε τα αρνητικά συναισθήματα (π.χ. άγχος, θλίψη, θυμός).

-Ξέρουμε να παίρνουμε, αλλά και να δίνουμε θετικά συναισθήματα στους συνανθρώπους μας.




Τι μπορούμε να κάνουμε για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης;

* Να εκπαιδευτούμε! Ξέρουμε άραγε καλά τον εαυτό μας; Και η αυτογνωσία αλλά και οι επιτυχημένες ανθρώπινες σχέσεις (προσωπικές και εργασιακές) περνούν μέσα από μια διαδικασία μάθησης.Αν ανακαλύψουμε τις δυνατότητες και τις δυνάμεις μας, αν αποκτήσουμε καλές διαπροσωπικές σχέσεις, εκτιμάμε τον εαυτό μας πολύ περισσότερο.Να μη διστάσουμε λοιπόν να απευθυνθούμε στον κατάλληλο σύμβουλο / επαγγελματία ψυχικής υγείας που θα μας διευκολύνει προς αυτή την κατεύθυνση.Επίσης, μπορούμε να παρακολουθήσουμε εκπαιδευτικά ή και βιωματικά σεμινάρια στον τομέα της συμβουλευτικής και της ψυχολογίας. Έτσι ενισχύουμε τις γνώσεις μας, μας δίνονται νέες προοπτικές, αποκτάμε νέες ικανότητες διερεύνησης του εαυτού μας και δεξιότητες διαπροσωπικής επικοινωνίας.

* Να ξεκινήσουμε μια νέα δραστηριότητα σε κάτι που μας ενδιαφέρει.Εκεί θα βρούμε ανθρώπους με παρόμοια ενδιαφέροντα και θα αποκτήσουμε εμπιστοσύνη στις ικανότητές μας.Γενικά, η επικοινωνία με ανθρώπους που μας καταλαβαίνουν και η ενασχόληση με κάτι που ξέρουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε, τονώνει άριστα το ηθικό!

* Τέλος, μπορούμε να εφαρμόζουμε στην καθημερινή μας ζωή μερικές απλές τεχνικές για την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης, όπως περιγράφονται παρακάτω.




Ενδεικτικές Τεχνικές για Ενίσχυση της Αυτοεκτίμησης

·Κάνω μία λίστα με τα θετικά μου χαρακτηριστικά.Αν επιμένω να καταγράψω και τα αρνητικά μου χαρακτηριστικά, βρίσκω τη θετική τους όψη.

·Καταγράφω τα θετικά της κάθε ημέρας (π.χ. έκανα ηλιοθεραπεία, αγόρασα ένα δώρο στη φίλη μου, έφτιαξα ένα ωραίο κέικ, πέρασα καλά στη δουλειά) και το θετικό συναίσθημα που είχα.

·Κάνω μία λίστα με τα επιτεύγματά μου, τις επιτυχίες μου, ό,τι κάνω καλά, ό,τι καταφέρνω, από τα πιο σημαντικά ως τα πιο ασήμαντα.

·Καταγράφω τις γκάφες ή τις αποτυχίες μου και βρίσκω την αστεία τους πλευρά. Αντιμετωπίζω τα λάθη μου με χιούμορ και μαθαίνω από αυτά, αποφασίζω να αποφεύγω την τελειοθηρία ή την τελειομανία, η ζωή είναι εδώ και τώρα και καλό είναι να την απολαύσουμε χωρίς να παίρνουμε τα πάντα πολύ σοβαρά!

·Γράφω το πώς θα ήθελα να νιώθω ή τι θα ήθελα να κάνω και το θυμίζω στον εαυτό μου π.χ. ‘είμαι άξιος’, ‘φροντίζω τον εαυτό μου’, ‘αρέσω στους φίλους μου’.

·Κάνω μία λίστα με τα στοιχεία που μου αρέσουν στον εαυτό μου: «Μου αρέσω γιατί....»

·Καταγράφω τρόπους με τους οποίους θα νιώσω καλύτερα, που δεν κοστίζουν σε χρήμα ούτε έχουν σχέση με φαγητό, π.χ. να κάνω μια βόλτα στην εξοχή, να χαζέψω τις βιτρίνες, να χαϊδέψω τη γάτα μου.

·Σκέφτομαι πράγματα που θα με κάνουν να γελάσω, τρόπους να βοηθάω τους άλλους, λόγους για να γιορτάζω, για τι μπορώ να είμαι περήφανος.

·Τέλος, κάθομαι παρέα με έναν καλό φίλο και συμφωνούμε να επαινούμε ο ένας τον άλλον για 10 λεπτά!
Κλείνοντας, να επισημάνουμε ότι είναι καλό να θυμόμαστε ότι στη ζωή δεν έρχονται πάντα τα πράγματα όπως τα περιμένουμε και υπάρχουν πολλοί λόγοι για να μην καταφέρουμε κάτι που θέλουμε, όσο κι αν προσπαθήσουμε. Εμπόδια υπάρχουν πολλά, αν δεν εκτιμάμε τον εαυτό μας βάζουμε από μόνοι μας ένα ακόμα!...

Η Τζίνα Χόνδρου είναι ψυχολόγος, ακαδημαϊκή διευθύντρια του κέντρου Thace του εκπαιδευτικού ομίλου Δομή
ygeia.tanea.gr
Πηγή : Web Only





Relax Music 1




Liv & Let Liv Meditative Pachelbel with Ocean


Δευτέρα 19 Ιανουαρίου 2009

Η ντροπή:Ένα συναίσθημα πολύ γνώριμο και ταυτόχρονα ιδιαίτερα οδυνηρό, που αν ψάξουμε λίγο,το βρίσκουμε χωμένο ανάμεσα στις πιο παλιές μας αναμνήσεις



Ντροπή, το πιο παρεξηγημένο συναίσθημα


Η ντροπή: Ένα συναίσθημα πολύ γνώριμο και ταυτόχρονα ιδιαίτερα οδυνηρό, που αν ψάξουμε λίγο, το βρίσκουμε χωμένο ανάμεσα στις πιο παλιές μας αναμνήσεις. Άμεσα συνυφασμένη με την παιδική ηλικία και την αίσθηση του να είναι κανείς μικρότερος, αδύναμος και ανεπαρκής, που συνοδεύει τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, θα θέλαμε να διαγράψουμε την ντροπή από το συναισθηματικό μας ρεπερτόριο και να μπορούμε να ζούμε χωρίς αυτήν. Είναι όμως τόσο φριχτό και τόσο απορριπτέο αυτό το συναίσθημα ή μήπως είναι απλά παρεξηγημένο;




Να ανοίξει η γη...

Αν κάνουμε μια αναδρομή στις δυσάρεστες αναμνήσεις μας, όλοι έχουμε να θυμηθούμε στιγμές ντροπής, στιγμές που μας «έπιασαν» να κάνουμε κάτι «απαγορευμένο», στιγμές που αποκαλύφθηκε κάτι που θα θέλαμε να μην ξέρει κανείς για μας, στιγμές που νιώσαμε να μας μειώνουν μπροστά σε άλλους, στιγμές που αισθανθήκαμε ότι η συμπεριφορά δικών μας ανθρώπων μας «ρεζιλεύει». Η ζωή είναι γεμάτη με τέτοια βιώματα ντροπής, που είναι από τα πιο οδυνηρά γιατί η ντροπή είναι ένα πολύ δυσάρεστο συναίσθημα. Ίσως γι’ αυτό και η επιστήμη της Ψυχολογίας ποτέ δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ντροπή, σε αντίθεση π.χ. με την ενοχή, το φόβο ή το θυμό. Υπάρχει κάτι το απειλητικό στο συναίσθημα της ντροπής, αν σκεφτεί κανείς ότι τη στιγμή που νιώθουμε ντροπή θέλουμε «να ανοίξει η γη να μας καταπιεί», «να εξαφανιστούμε από προσώπου γης», με λίγα λόγια να σταματήσουμε να υπάρχουμε για τους άλλους, έστω για μερικές στιγμές.




Γιατί ντρεπόμαστε;

Η ντροπή, λοιπόν, είναι ένα κατεξοχήν κοινωνικό συναίσθημα που πηγάζει από την αίσθηση ότι μας βλέπουν και συνδέεται άμεσα με το περιφρονητικό βλέμμα των άλλων, είτε γιατί όντως μας βλέπουν είτε γιατί εμείς το φανταζόμαστε. Άλλα συναισθήματα σχετίζονται συχνά με «πράγματα» (π.χ. φοβόμαστε τους κεραυνούς, τα σκυλιά ή το ύψος, αηδιάζουμε με ένα βρόμικο πιάτο ή μια άσχημη μυρωδιά, χαιρόμαστε με μια ωραία μουσική ή για την προαγωγή που πήραμε), όμως η ντροπή δεν υπάρχει χωρίς την «παρουσία» κάποιου άλλου ανθρώπου, είναι η απειλητική αίσθηση της περιφρόνησης ή της απόρριψης από τους άλλους.
Όταν νιώθω ντροπή είναι γιατί κάποιος με βλέπει όπως είμαι, αλλά δεν θέλω να είμαι, βλέπει κάτι σε εμένα που θα ήθελα να μην υπάρχει και φοβάμαι ότι θα με απορρίψει γι’ αυτό. Ντρέπομαι ή ντροπιάζομαι για στοιχεία μου που υπάρχουν (έστω και στιγμιαία, έστω και σε ελάχιστο βαθμό) και δεν μπορώ να αλλάξω, τουλάχιστον όχι άμεσα.





Ντρέπομαι:

• Γιατί έχω μια κρεατοελιά στο πιγούνι, γιατί είμαι χοντρός, γιατί νιώθω άσχημη, γιατί έχω πεταχτά αυτιά.
• Γιατί δεν καταλαβαίνω αυτό που λένε ή διαβάζω, γιατί νιώθω χαζός, γιατί δεν έχω αρκετές γνώσεις, γιατί δεν τα καταφέρνω καλά στο σχολείο...
• Γιατί με είδαν γυμνή, γιατί με έπιασαν να φιλάω ένα αγόρι, να λέω ψέματα, να κλέβω, να κοιτάω από την κλειδαρότρυπα...
• Γιατί με είπαν βρόμικο, ανίκανο, αχάριστο, αμόρφωτο, δειλό...
• Γιατί απέτυχα σε αυτό που είχα αναλάβει, γιατί έκανα ένα αδιόρθωτο λάθος, γιατί «κρέμασα κάποιον που βασιζόταν σε εμένα», γιατί δεν φέρθηκα καλά στο φίλο μου, γιατί έχω πολλά λεφτά ενώ άλλοι πεινάνε...
• Γιατί με το παιδί μου, το γονιό μου, το σύντροφό μου, συμβαίνει κάτι από τα παραπάνω.




Ντροπή και ταπείνωση

Η ντροπή μοιάζει πολύ με την ενοχή κι όμως είναι αρκετά διαφορετική. Η ενοχή προέρχεται από την αίσθηση της παραβίασης μιας απαγόρευσης και το φόβο της τιμωρίας και σχετίζεται άμεσα με την απαγορευμένη πράξη, δηλαδή αυτό που κάναμε ενώ δεν έπρεπε να το κάνουμε. Η ντροπή, από την άλλη, σχετίζεται με αυτό μέσα μας που μας κάνει να κάνουμε κάτι ή να είμαστε κάπως και προέρχεται από την αίσθηση της ταπείνωσης στα μάτια κάποιου ή κάποιων επειδή είμαστε έτσι και δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό. Και τα δύο, όμως, είναι ιδιαίτερα δυσάρεστα συναισθήματα και χρησιμοποιήθηκαν κατά κόρον ως παιδαγωγικά «εργαλεία», με άσχημα πολύ συχνά αποτελέσματα.



Η δυσβάσταχτη και αναγκαία απόρριψη

O θεσμός της οικογένειας -και του σχολείου- έκανε χρήση των συναισθημάτων αυτών ως μέσο για να επιβάλλει την εξουσία στα μέλη της (ο φόβος της τιμωρίας και του ντροπιάσματος μεγάλωσε γενιές), σε βαθμό που πολύ συχνά ξεπερνούσε κάθε ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Εκτός από το ξύλο και τις αμείλικτες τιμωρίες ως τρόπο διαπαιδαγώγησης, πολλοί γονείς ή δάσκαλοι χρησιμοποιούσαν και το διασυρμό ή την απειλή του διασυρμού και του ρεζιλέματος (π.χ. σε ορισμένα σχολεία αυστηρών αρχών, οι «ατίθασοι» μαθητές περιφέρονταν με μια ταμπέλα κρεμασμένη στο λαιμό τους που έγραφε το «παράπτωμά» τους). Αυτή η «εκμετάλλευση» του συναισθήματος της ντροπής ως μέσου εξουσίας -ενός συναισθήματος άλλωστε που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ανθρώπινη ύπαρξη και δεν χρειάζεται να το «προκαλέσουμε» για να εμφανιστεί- οδήγησε στη «δυσφήμησή» της και στην αμηχανία των γονιών απέναντι σε καθετί που θα μπορούσε να ντροπιάσει τα παιδιά τους, γεγονός που μοιάζει σήμερα δυσβάσταχτο για πολλούς γονείς. Κι ενώ η πρόθεσή μας είναι να προστατέψουμε τα παιδιά μας από το οδυνηρό συναίσθημα της ντροπής, αλλά και της ταπείνωσης και της κατωτερότητας που μπορεί να το συνοδεύουν, συχνά αυτό που τελικά καταφέρνουμε είναι να τα στερούμε από τις συνέπειες των πράξεών τους και από την επαναξιολόγηση της συμπεριφοράς τους μέσα από την -δυσάρεστη μεν, αναγκαία δε- εμπειρία της απόρριψης.




Oι δύο όψεις της ντροπής

Το συναίσθημα της ντροπής έχει τη ρίζα του στις πρώτες στιγμές της ζωής, όταν βλέπουμε τι είμαστε μέσα στο βλέμμα της μητέρας. Όταν αυτό δηλώνει δυσαρέσκεια και μη αποδοχή, τότε μεγαλώνει μέσα μας η αίσθηση ότι κάτι «δεν πάει καλά», κάτι «στραβό» υπάρχει πάνω μας, κάτι «λάθος», κάτι «μη αγαπητό» (αυτό ακριβώς είναι και το συναίσθημα, κάθε φορά που ένα βλέμμα επιτιμητικό πέφτει πάνω μας). Ταυτόχρονα, αυτή η αίσθηση, όταν εναλλάσσεται με το αίσθημα της αποδοχής και της αγάπης από τους άλλους, είναι ένα από τα πιο δυνατά κίνητρα για να εξελιχθούμε, να αναπτύξουμε τις ικανότητές μας, να γίνουμε αυτόνομοι. Είναι επίσης ακρογωνιαίος λίθος στη διαμόρφωση ενός προσωπικού συστήματος αξιών. Στην πορεία της ζωής, η ντροπή μάς παρακινεί να ξεπεράσουμε ελλείψεις και στενά προσωπικά όρια και ταυτόχρονα περιορίζει την ύβρη και την υπερεκτίμηση του εαυτού μας και μας κάνει καλύτερους (συν)ανθρώπους.




Έχει περάσει η εποχή της ντροπής;

Χρειάζεται βέβαια πολύ συνειδητή προσπάθεια από το γονιό για το παιδί και από τον κάθε ενήλικο για τον εαυτό του, ώστε να πετύχει τη «σωστή δόση» ντροπής. Να καταφέρει, δηλαδή, η ντροπή του να παραμένει μέσα στα όρια της αίσθησης αμοιβαιότητας και της αλληλοεκτίμησης που μας συνδέει με τους άλλους και να μην παραμορφώνεται ούτε σε αίσθημα κατωτερότητας και κοινωνικής ανεπάρκειας ούτε σε κοινωνική αναλγησία, θράσος και έλλειψη σεβασμού. Και πρέπει να παραδεχτούμε ότι αυτό δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο, αφού η ντροπή μοιάζει να έχει αλλάξει πρόσωπο. Αν, για παράδειγμα, αρκετά πρόσφατα ακόμη, η θέα του γυμνού σώματος, η αποκάλυψη οποιουδήποτε «μυστικού» σεξουαλικού περιεχομένου ήταν πηγή απεριόριστης ντροπής, σήμερα οι γονείς παρακολουθούν καθημερινά σίριαλ με σκηνές σεξ (ήπιες έστω) μαζί με τα ανήλικα παιδιά τους χωρίς να αισθάνεται κανείς τους ούτε καν αμηχανία. Θα μπορούσε σχεδόν να σκεφτεί κανείς ότι η εποχή της ντροπής έχει περάσει. Δεν είναι όμως ακριβώς έτσι. Μπορεί ένας έφηβος να μην ντροπιάζεται επειδή τον έπιασε ο καθηγητής του να καπνίζει, πόσοι έφηβοι όμως δεν αισθάνονται καθημερινά ντροπή επειδή δεν μπορούν να φορέσουν συγκεκριμένες μάρκες ρούχων ή νέοι άνθρωποι επειδή δεν μπορούν να συμμετέχουν στο λαμπερό life style που βλέπουν γύρω τους; Η ντροπή υπάρχει, είναι αρχέγονο συναίσθημα και η δύναμή της είναι η ίδια όπως ήταν πάντα. Αυτό που δεν είναι ίδιο είναι οι αξίες που την τροφοδοτούν και αυτές ίσως είναι που χρειάζεται να επαναδιαπραγματευτούμε.




Το ελληνικό φαινόμενο της (μη) ντροπής

Oι σχέσεις με τους κοινωνικούς θεσμούς στην Ελλάδα παραδοσιακά μοιάζουν να βασίζονται περισσότερο στην ντροπή παρά στην ενοχή, σε αντίθεση με τις περισσότερες δυτικές χώρες (οι γονείς έλεγαν στα παιδιά τους «Δεν ντρέπεσαι να το κάνεις αυτό και να σε ρεζιλέψουν;» και όχι «Μην το κάνεις αυτό γιατί απαγορεύεται»). Έτσι, ο καθένας ρύθμιζε την κοινωνική του συμπεριφορά (και) με βάση την ντροπή που ένιωθε απέναντι στους συγγενείς, τους φίλους, τους γνωστούς, τους γείτονες, που μπορούσαν κάθε στιγμή να τον «δουν», να τον «τσακώσουν». Στη σημερινή Ελλάδα, που ο καθένας ζει και κινείται σχεδόν ανώνυμα στο περιβάλλον του, δεν υπάρχει το βλέμμα όλων αυτών στους οποίους θα μπορούσε να ρεζιλευτεί, με αποτέλεσμα να αισθανόμαστε πολύ λιγότερο την υποχρέωση να συμπεριφερθούμε «κόσμια» ή να εμφανίζουμε πρωτοφανή κοινωνική αναλγησία.




Τα reality show και οι πολιτικοί

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της στρέβλωσης της ντροπής είναι οι διάφορες εκπομπές τύπου reality show, όπου οι άνθρωποι κάνουν ουρές για να βγουν στην τηλεόραση και να βγάλουν σε κοινή θέα τα άπλυτά τους, τα κουσούρια τους και γενικά όλα όσα πριν μερικές δεκαετίες θα ήθελαν να μην ξέρει κανείς. Επίσης, η περίπτωση των πολιτικών που αποδεικνύονται δημοσίως καταφανώς ανίκανοι ή ανεπιτυχείς σε αυτό που κάνουν και συνεχίζουν να το κάνουν χωρίς την παραμικρή ένδειξη ντροπής, ταπείνωσης, μεταμέλειας, απολογίας.
ΛΟΥΪΖΑ ΒΟΓΙΑΤΖΗ
www.vita.gr










Ποιο το χρώμα της αγάπης - Λουδοβίκος των Ανωγείων



Σάββατο 17 Ιανουαρίου 2009

«Δεν θα αντάλλασα ποτέ το γέλιο της Καρδιάς μου με τα πλούτη όλου του Κόσμου» Χαλίλ Γκιμπράν






Γέλιο και με συνταγή γιατρού

Στις 2 Νοεμβρίου του 1905, το εκτενές ρεπορτάζ των «New York Times» με τίτλο
«Η χαμένη τέχνη του γέλιου» ξεκινούσε με τον προβληματισμό γύρω από την εξάντληση των αποθεμάτων του ανθρώπου σε γέλιο και το συμπέρασμα ότι ο κόσμος έπαψε να γελάει, αφού «ο πολιτισμός σκοτώνει τα αρχέγονα ένστικτα».
Η παρατήρηση των ερευνητών, που δεν ανατράπηκε ποτέ, ήταν ότι στη θέση του αυθόρμητου και του κεφάτου αναπτύχθηκαν το αλαζονικό, το ειρωνικό και άλλες συναφείς μορφές γέλιου.

Αν ο πολιτισμένος κόσμος «ξέχασε» πώς να γελά ή ακόμη και να χαμογελά εδώ και έναν αιώνα, η Ιατρική εδώ και πέντε δεκαετίες επιμένει να ερευνά και να καταλογίζει μόνο θετικά στοιχεία στην επίδραση του γέλιου, τόσο στη σωματική όσο και στην ψυχική υγεία.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι οι ενήλικοι γελάμε 17 φορές τη μέρα, μέσος όρος που αυξάνεται την περίοδο της άνοιξης, ιδιαίτερα τις πρώτες ηλιόλουστες εβδομάδες που διαδέχονται το συνήθως μουντό χειμώνα διώχνοντας τις γνωστές «εποχιακές μελαγχολίες».

Τα παιδιά, αντίθετα, γελούν 300 φορές καθημερινά και δεν επηρεάζονται από τις εποχές. Για τα αίτια του γέλιου δεν υπάρχει σαφής επιστημονική απάντηση. Ανάμεσα στις επικρατέστερες θεωρίες είναι εκείνη του Φρόιντ, που το είδε ως «απελευθέρωση», ως κοινωνικά πιο αποδεκτό τρόπο έκφρασης της λανθάνουσας επιθετικότητας.

Η ένταση βρίσκει διέξοδο στο γέλιο, κι αυτό εξηγεί και την περίπτωση της πρόκλησής του από νευρικότητα. Εξάλλου, η θεωρία της «ανωτερότητας», που ανέπτυξε ο Πλάτωνας, υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι γελούν με τις ατυχίες των άλλων και
επιβεβαιώνεται στην πράξη, καθώς δεν είναι ασυνήθιστο να ξεκαρδιζόμαστε όταν κάποιος παραπατά και πέφτει μπροστά μας.

Το γέλιο είναι δώρο, όπλο και φάρμακο για τον άνθρωπο. Εχει αποδειχθεί ότι μπορεί να μειώσει έως και 20% τη χρήση παυσίπονων, λόγω της διέγερσης που προκαλεί στις φυσικές αντικαταθλιπτικές ουσίες του οργανισμού (ενδορφίνες και εγκεφαλίνες, που έχουν 200 φορές ισχυρότερη δράση από τη μορφίνη), ενώ η επίδρασή του στον εγκέφαλο είναι ανάλογη αυτής της κοκαΐνης.
Αποτελεί την καλύτερη άσκηση αεροβικής, αφού ένα λεπτό γέλιου ισοδυναμεί με δέκα λεπτά κωπηλασίας ή 15 λεπτά στατικού ποδήλατου, γυμνάζει τους μυς του προσώπου και καθυστερεί τη διαδικασία της γήρανσης. Ερευνες και πειράματα κατέδειξαν ότι το γέλιο είναι μεταδοτικό, ενώ άτομα που γελούν μαζί, συνεργάζονται καλύτερα.

Επιστήμονες εκτιμούν ότι οι άνθρωποι άρχισαν να γελούν πριν από 12 - 16 εκατομμύρια χρόνια, συγκλίνοντας στην άποψη ότι πρόκειται για βαθιά ριζωμένο ένστικτο. Εχουν εξακριβώσει, επίσης, ότι το γέλιο αποτελεί προνόμιο και ορισμένων άλλων θηλαστικών, όπως οι ουραγκοτάγκοι, οι χιμπαντζήδες, τα σκυλιά, τα ποντίκια κ.λπ.

Σήμερα, που ο αγχώδης τρόπος ζωής είναι δεδομένος και η ανάγκη του γέλιου πιο έντονη από ποτέ, δημιουργούνται στις πέντε ηπείρους κλινικές γέλιου και υιοθετείται ετήσιος εορτασμός για ό,τι μέχρι πριν από έναν αιώνα ήταν απλώς στη φύση μας.



ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΛΟΥΠΑΣΑΚΗΣ

Το γέλιο ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα
Η ιατρική επιστήμη ασχολείται σοβαρά με το γέλιο εδώ και 50 χρόνια. Εχουν γίνει χιλιάδες δημοσιεύσεις γύρω από τις ευεργετικές ιδιότητές του.
Βέβαια, ήδη από το 1935 ο Γάλλος γιατρός Pierre de Vachet οργάνωνε συνεδρίες γέλιου και διαπίστωσε την ταχύτερη ανάρρωση ασθενών που γελούσαν πολύ.

Η σημαντικότερη επίδραση του γέλιου εντοπίζεται στο ανοσοποιητικό μας σύστημα. Το γέλιο αυξάνει τη συγκέντρωση των αντισωμάτων στο αίμα, καθώς και των λευκών αιμοσφαιρίων, που είναι απαραίτητα για την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση των λοιμώξεων. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο ανθρώπινος οργανισμός γίνεται απρόσβλητος από τις ασθένειες, με το γέλιο βελτιώνει σημαντικά την άμυνά του.

Το ανοσοποιητικό σύστημα των ανθρώπων με αυξημένη αίσθηση του χιούμορ -όπως έχει δείξει σειρά ερευνών- είναι πιο ανθεκτικό απέναντι στα προβλήματα και στο καθημερινό στρες.

Παράλληλα, το γέλιο αποτελεί μια καταπληκτική οξυγονοθεραπεία. Οταν γελάμε, τουλάχιστον 400.000.000 πνευμονικές κυψελίδες τίθενται σε λειτουργία, δηλαδή τριπλάσιος αριθμός εκείνων που ενεργοποιούνται όταν αναπνέουμε κανονικά.
Με το γέλιο επιτυγχάνεται καλύτερη οξυγόνωση στους μυς του προσώπου μας, αλλά και σε όλο το σώμα, ενώ ύστερα από αυτό έχουμε πιο σωστή αναπνοή.

Μια άλλη ευεργετική ιδιότητά του σχετίζεται με τις αλλαγές που επιφέρει στο βιοχημικό περιβάλλον του οργανισμού μας, προκαλώντας την έκκριση των φυσικών, ενδογενών οπιοειδών του, που διαθέτουν ηρεμιστική δράση και προκαλούν ευφορία.

Το γέλιο συμβάλλει στην καλή λειτουργία του γαστροπεπτικού συστήματος. Ειδικά το ξεκαρδιστικό γέλιο δεν μας χαρίζει μόνο ζωντάνια και ενέργεια, δεν μας κάνει απλά να νιώθουμε γεμάτοι από δύναμη και υγεία, αλλά κινητοποιεί και τον πεπτικό μας σωλήνα, πραγματοποιώντας στο εσωτερικό της κοιλιακής χώρας ένα πολύτιμο για τη λειτουργία του γαστρεντερικού συστήματος σπλαχνικό μασάζ, με αποτέλεσμα να αιματώνονται καλύτερα το ήπαρ, το στομάχι και το πάγκρεας.
Η λανθασμένη διατροφή, ο τρόπος σκέψης και έκφρασης ή μη έκφρασης των διαφόρων συναισθημάτων και οι κάθε είδους ψυχοτραυματικές εμπειρίες, ιδίως όταν το συγκινησιακό φορτίο παραμένει ανέκφραστο, οδηγούν στην τοξίνωση του σύγχρονου ανθρώπου.

Οι τοξίνες παράγονται, κυρίως, στο γαστροπεπτικό σύστημα, προκαλούν απορρύθμιση του εντέρου, του αποκαλούμενου και «κοιλιακού εγκεφάλου», και πλήττουν σημαντικά το ανοσοποιητικό, το ορμονικό και το νευρομεταβιβαστικό σύστημα του οργανισμού.
Κι αυτό γιατί στο έντερο παράγεται το 75% του ανοσοποιητικού μας συστήματος και το 95% των αντικαταθλιπτικών και ηρεμιστικών του οργανισμού. Σε μια τέτοια κατάσταση το γέλιο έρχεται να λειτουργήσει ως ένας βασικός καθαρτήριος μηχανισμός, ενεργοποιώντας τον «κοιλιακό εγκέφαλο» και όλη τη διαδικασία της αποτοξίνωσης.

Από το γέλιο ευεργετούνται, ακόμη, η καρδιά και το κυκλοφορικό σύστημα, γιατί όταν γελάμε μειώνεται η υπέρταση.

Δυστυχώς, η σοβαροφάνεια έκανε το σημερινό άνθρωπο να ξεχάσει και να χάσει το γέλιο του.

Ο κ. Αλέξανδρος Λουπασάκης είναι γιατρός ολιστικής θεραπείας, δημιουργός του ψυχοσωματικού προγράμματος υγείας «Χαρούμενη Φυσική Ιατρική», συγγραφέας του βιβλίου «Γέλιο, η καλύτερη θεραπεία».


Tων Μαριας Παπαδημητριου και Νεκταριας Καρακωστα
Ελεύθερος Τύπος




Σωτήρης Μουστάκας-Απίστευτο γέλιο!!!!!




moustakas sotiris - ΣΑΣ ΑΡΕΣΕΙ Η ΠΟΙΗΣΗ;



Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2009

Η αληθινή αυτοεκτίμηση απαιτεί ειλικρινή αντίληψη των δυνατοτήτων αλλά και αποδοχή των αδυναμιών μας




Αυτοεκτίμηση: Το κλειδί της ψυχικής ισορροπίας


«Εκτιμώ τον εαυτό μου» σημαίνει ότι έχω μια θετική εικόνα του εαυτού μου ως ένα άξιο, ικανό και αγαπητό άτομο. Πόσοι, αλήθεια νοιώθετε έτσι;


Όλοι όσοι επισκέπτονται το γραφείο ενός Ψυχολόγου, έχουν ως κεντρικό τους ζήτημα –ακόμη και αν δεν το έχουν αντιληφθεί - , την έλλειψη αυτοεκτίμησης και αγάπης για τον εαυτό τους.

Προβλήματα, όπως, άγχος, φόβος, ενοχές, έλλειψη ορίων στις ερωτικές σχέσεις, συγκρούσεις με το άλλο φύλλο, δυσκολία στην επικοινωνία με τα παιδιά, παχυσαρκία, και τόσα άλλα είναι συμπτώματα της χαμηλής αυτοεκτίμησης.



Αυτοεκτίμηση και κατάθλιψη

Αν και η χαμηλή εκτίμηση του εαυτού μας δεν καταλήγει υποχρεωτικά στην κατάθλιψη, έρευνες έχουν αποδείξει ότι συχνά πηγαίνουν χέρι – χέρι. Όλα τα άτομα που υποφέρουν από κατάθλιψη έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και όλα τα άτομα με τιμωρητική στάση απέναντι στον εαυτό τους τείνουν να παραιτούνται από την προσπάθεια να βελτιώσουν τη διάθεσή τους, μιας και παίρνουν ως δεδομένο ότι είναι ανίκανοι για κάτι τέτοιο.



Όταν η αυτοεκτίμηση απουσιάζει

Όταν δεν εκτιμώ τον εαυτό μου, σαμποτάρω κάθε σχέση και επιλογή της ζωής μου. Δρω και σκέφτομαι αυτοκαταστροφικά. Μια γυναίκα που ποτέ δεν έμαθε να αγαπά και να αποδέχεται τον εαυτό της, δυσκολεύεται, για παράδειγμα, να ξεκινήσει ερωτικές σχέσεις (όλοι οι άντρες της μοιάζουν προβληματικοί, δεν βρίσκει άντρες για γνωριμία, οι άντρες την εγκαταλείπουν νωρίς σε μια σχέση κ.ά.). Άλλες φορές μια τέτοια γυναίκα μπορεί να εκδηλώσει την έλλειψη αυτοεκτίμησής της επιλέγοντας απορριπτικούς συντρόφους που την ακυρώνουν, την υποτιμούν, της εκμεταλλεύονται, την κακοποιούν σωματικά ή εμφανώς «ρουφούν» βάναυσα όλη της την ενέργεια (αυτούς τους άντρες τους ονομάζω «ενεργειακούς βρικόλακες»).



Ο, τι γυαλίζει δεν είναι χρυσός…

Φυσικά δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε το προφίλ ορισμένων «ψευτοδυνατών» ατόμων, που με τέχνη καμουφλάρουν την έλλειψη αυτοεκτίμησής τους. Είναι εκείνοι που κομπάζουν για τα κατορθώματά τους, διεκδικούν μόνιμα το ενδιαφέρον των άλλων, είναι υπεροπτικοί, μιλούν τακτικά για τις επιτυχίες τους και συχνά υποτιμούν τους άλλους. Μπορεί, για παράδειγμα, να έχουμε έναν εργασιομανή και επαγγελματικά πολύ επιτυχημένο άντρα, που να εκδηλώνει τη χαμηλή του αυτοεκτίμηση στον τομέα των ερωτικών σχέσεων. Ένας τέτοιος άντρας αποφεύγει να συνδέεται ερωτικά για μεγάλα χρονικά διαστήματα, φοβάται τη δέσμευση, πανικοβάλλεται, προτιμά τις διπλές σχέσεις, εγκαταλείπει τις συντρόφους του, είναι μυστικοπαθής και απόμακρος και συχνότατα οι σύντροφοί του παραπονούνται για έλλειψη φροντίδας και επικοινωνίας. Με άλλα λόγια, συχνά πίσω από τη διαρκή αγωνία ενός ατόμου να αποδείξει την αυτοαξία του, κρύβεται μια βαθύτατη αίσθηση ανεπάρκειας.



Αγάπα τον εαυτό σου!

Η αυτοεκτίμηση είναι η πιο καθοριστική κινητήριος δύναμη στη ζωή
.
Είναι το σημαντικότερο «καύσιμο» για την ψυχική μας υγεία, και βέβαια καθορίζει όλους τους τομείς της ζωής. Όταν η αυτοεκτίμησή μας είναι υψηλή εργασιακά παράγουμε περισσότερο, συνδεόμαστε ερωτικά καλύτερα, διεκδικούμε καλύτερης ποιότητας σεξ, είμαστε ποιο αποτελεσματικοί και τρυφεροί γονείς, διατηρούμε ισχυρότερες φιλίες.

Όσοι αγαπούν και εκτιμούν τον εαυτό τους, δεν σημαίνει ότι νοιώθουν πάντα ικανοί και υπέροχοι. Συχνά μπορεί να αμφισβητήσουν τον εαυτό τους ή να νιώσουν αβεβαιότητα για μια επιλογή που θα κάνουν. Το σίγουρο είναι ότι όλα αυτά δεν κλονίζουν τη γενικότερη αίσθηση επάρκειας που νιώθουν. Εκείνος που νιώθει αυτοεκτίμηση, είναι έτοιμος να διδαχθεί από τα λάθη του, δεν διαλύεται όταν δέχεται την κριτική των άλλων, δεν αποθαρρύνεται από τα εμπόδια που παρουσιάζονται στη ζωή. Επίσης, είναι ανοιχτός και επικοινωνιακός, δέχεται με χαρά τη βοήθεια των άλλων, θεωρεί όταν αξίζει την αγάπη των ανθρώπων γύρω του και δεν νιώθει τρόμο στην ιδέα της αποτυχίας.

Ο άνευ όρων θαυμασμός του εαυτού μας κατασκευάζει μια ευάλωτη ψευτο-αυτοεκτίμηση. Η αληθινή αυτοεκτίμηση απαιτεί ειλικρινή αντίληψη των δυνατοτήτων αλλά και αποδοχή των αδυναμιών μας. Μπορεί να είστε πολύ ικανοί στα μαθηματικά, αλλά αδύναμοι στο γραπτό λόγο. Εντοπίστε τη δυνατότητά σας, χαρείτε για αυτή και αποφύγετε να νιώσετε «αποτυχημένοι» για την αδυναμία σας.

Συγχωρείστε τον εαυτό σας για πιθανόν άστοχες επιλογές του παρελθόντος και δείτε τις σαν ευκαιρίες για μάθηση και αυτοεξέλιξη. Κερδίζοντας την εσωτερική μάχη της αυτοεκτίμησης, είναι σαν να κερδίζετε τη μάχη με τις μεγαλύτερες χαρές της ζωής.



Θέλετε να είστε ο νικητής;

Μπορείς να χτίσεις τη αυτοεκτίμηση όταν…

Σταματήσεις να κριτικάρεις αρνητικά τον εαυτό σου για κάθε λάθος ή παράλειψη

Σταματήσεις να σκέφτεσαι συνεχώς το χειρότερο

Επιβραβεύεις τον εαυτό σου για κάθε καλή προσπάθεια που έκανες

Επιτρέψεις στον εαυτό σου να μην ντρέπεται να ζητήσει βοήθεια από τους άλλους όταν χρειάζεται

Αντιμετωπίσεις με επιείκεια και αγάπη όλα τα αρνητικά σου χαρακτηριστικά

Φροντίζεις συστηματικά το σώμα σου

Συνειδητοποιήσεις ότι σε κάθε περίπτωση που θεωρείς ότι ήσουν «λάθος», «αποτυχημένος/η ή ανεπαρκής, να συγχωρήσεις τον εαυτό σου και να συνειδητοποιήσεις ότι έκανες ό,τι καλύτερο μπορούσες σύμφωνα με τις δυνατότητες και την συνειδητότητα που είχες τότε.
www.lovesmiles.gr





Nanourisma




Areti Ketime Nanourisma




Mariza Koch - Nanourisma




Giannis Xaroulis-Nanourisma


Τρίτη 13 Ιανουαρίου 2009

Πόσες φορές δεν έχουμε πει «μπήκα να ψωνίσω δυο-τρία πραγματάκια και βγήκα με ένα καρότσι γεμάτο»;




Οι πολλές επιλογές οδηγούν στην ευτυχία;


Η «ελευθερία της επιλογής» έχει γίνει το σλόγκαν της εποχής μας και σχετίζεται με κάθε πλευρά της ζωής μας: με την επιλογή εργασίας ή σχολείου για το παιδί, με την επιλογή συντρόφων ή παπουτσιών. Μερικές φορές, όμως, οι πάρα πολλές επιλογές, αντί να μας απελευθερώνουν μας κάνουν δέσμιους τους και μας φυλακίζουν.

Πόσες φορές δεν έχουμε πει «μπήκα να ψωνίσω δυο-τρία πραγματάκια και βγήκα με ένα καρότσι γεμάτο»; Στο σούπερ μάρκετ, βλέπουμε χίλια-δυο προϊόντα που μας τραβούν την προσοχή, ίσως μας δίνουν και εκπτωτικά κουπόνια για να δοκιμάσουμε κάτι νέο, κάποιο προϊόν είναι σε προσφορά, κάποιο άλλο δείχνει ολόφρεσκο, εκμεταλλευόμαστε λοιπόν την ευκαιρία και ξεχειλίζουμε το καρότσι μας με πράγματα τα οποία τελικά δε χρειαζόμαστε και καταλήγουμε να πετάξουμε ή να στοκάρουμε στα ράφια των ντουλαπιών μας, μέχρι να λήξουν.

Μια τέτοια συμπεριφορά δεν έχει μεγάλες συνέπειες, πέρα από το άδειασμα του προτοφολιού. Τι γίνεται όμως με άλλου είδους συμπεριφορές, όπου οι πολλές επιλογές οδηγούν σε επιπόλαιες αποφάσεις;

Είναι συχνό το φαινόμενο να διαλύονται σχέσεις ή γάμοι που δεν είχαν κανένα πρόβλημα, μόνο και μόνο επειδή το ένα από τα δύο μέλη γνώρισε κάποιο άλλο άτομο που του φάνηκε καλύτερο και δοκίμασε τη νέα αυτή «επιλογή», χωρίς να σκεφτεί άλλες συνέπειες.



Ευχαρίστηση και έλεγχος της ζωής

Γιατί λοιπόν οι επιλογές αποτελούν τόσο σοβαρό ζήτημα; Η κοινή λογική μας λέει ότι το να έχουμε επιλογές είναι καλό πράγμα: μας δίνει ευχαρίστηση και την αίσθηση ότι ελέγχουμε τη ζωή μας. Αντίθετα, η ζωή χωρίς επιλογές μας φέρνει στο μυαλό μια σκοτεινή εικόνα, την αίσθηση της φτώχιας, της καταπίεσης, της μιζέριας.

Η δυνατότητα επιλογής μας κάνει να μπορούμε να εκφράσουμε το ποιοι είμαστε, να δείξουμε την ατομική μας ταυτότητα και τι αξίζει για εμάς τους ίδιους. Αυτά όλα τα πετυχαίνουμε μέσα από τις επιλογές που έχουμε για να διαχειριστούμε την εμφάνισή μας, το στυλ της ζωής μας, τη δουλειά, την οικογένεια, τις φιλίες μας.

Σήμερα δεν υπάρχουν μόνο πάμπολλα προϊόντα από τα οποία μπορεί να επιλέξει κανείς ακόμα και για τις καθημερινές του ανάγκες, αλλά επίσης υπάρχουν και πολλές επιλογές στον τρόπο ζωής που επιθυμεί να διαμορφώσει.

Τι συμβαίνει όμως με όλες αυτές τις επιλογές; Μας κάνουν πράγματι πιο ευτυχισμένους; Από τη μία, οι επιλογές προσφέρουν πολλές και διαφορετικές ευκαιρίες, από την άλλη όμως προκαλούν μια αίσθηση άγχους, αναποφασιστικότητας, ίσως και παράλυσης: «τι να κάνω; Ποιο από τα δύο να επιλέξω; Τι είναι το καλύτερο; Μπερδεύτηκα! Ας το ξανασκεφτώ!».



Επιλογές = ευτυχία;

Η πληθώρα των επιλογών δεν αποτελεί εγγύηση ευτυχίας. Αντίθετα, σε πολλές περιπτώσεις, όσο περισσότερες επιλογές έχει κανείς τόσο πιο παγιδευμένος και δυστυχισμένος αισθάνεται, επειδή ακριβώς δεν μπορεί να αξιολογήσει τα υπέρ και τα κατά τους και φοβάται ότι αν κάνει τη μία επιλογή θα χάσει την άλλη, η οποία ίσως είναι καλύτερη.

Έτσι λοιπόν, όταν κάποιος έχει πάρα πολλές επιλογές μπορεί εύκολα να οδηγηθεί στην αναποφασιστικότητα και να παραλύσει, μη κάνοντας τίποτα και χάνοντας τελικά κάτι σημαντικό.

Για παράδειγμα, όταν κάποιος αναρωτιέται σε ποιο ασφαλιστικό επενδυτικό πρόγραμμα να επενδύσει τα χρήματά του για να τα έχει στα γεράματα, εύκολα μπορεί να αναβάλει την απόφαση, εξετάζοντας τις διαφορετικές επιλογές και προσπαθώντας να συλλέξει περισσότερες και σίγουρες πληροφορίες για το «καλύτερο» επενδυτικό πρόγραμμα, χάνοντας στο μεταξύ την ευκαιρία να κάνει κάποια επένδυση.

Ακόμα και όταν κάποιος που είναι αναποφάσιστος και βασανίζεται ανάμεσα σε πολλές επιλογές τελικά διαλέξει κάτι, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα είναι ιδιαίτερα ευτυχισμένος, αφού θα σκιάζει την επιλογή του το συννεφάκι της αμφιβολίας: «διάλεξα τελικά το καλύτερο, ή μήπως κάτι άλλο ήταν πιο καλό;».

Αυτή η τελευταία αίσθηση του ανικανοποίητου πηγάζει από ένα «κοκτέιλ» σκέψεων και συναισθημάτων: το άτομο μετανιώνει για την απόφασή του, έχει την αίσθηση ότι έχασε κάποια άλλη καλή ευκαιρία και αν συγκρίνει την επιλογή του με τις ανάγκες του ίσως διαπιστώσει ότι δεν ταιριάζουν απόλυτα, κι έτσι μπορεί να του γεννηθεί η αίσθηση ότι έκανε λάθος και ότι τελικά έπρεπε να είχε διαλέξει κάτι άλλο.



Το κυνήγι του μέγιστου ή της ευχαρίστησης;

Σε γενικές γραμμές, όταν πρόκειται να κάνει κανείς επιλογές, οι άνθρωποι εμπίπτουν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: σε αυτούς που αναζητούν το μέγιστο και σε αυτούς που αναζητούν την ευχαρίστηση.

Αυτοί που ψάχνουν για το «μέγιστο», δηλαδή για το απολύτως καλύτερο στις επιλογές τους, ταλαιπωρούνται πολύ περισσότερο από αυτούς που ψάχνουν απλώς για κάτι «αρκετά καλό», ώστε να νιώθουν στη συνέχεια ευχαριστημένοι.

Αυτοί που ψάχνουν το απολύτως «μέγιστο», καθυστερούν πολύ να ψωνίσουν, να πάρουν αποφάσεις, κάνουν χίλιες-δυο συγκρίσεις και αγωνιούν για το αν η επιλογή τους είναι τελικά η καλύτερη ή αν τους ξέφυγε κάτι ακόμα καλύτερο από αυτό που διάλεξαν.

Έτσι, αυτός που ψάχνει για το καλύτερο, μπορεί να αγωνιά μπροστά στο ράφι με τις οδοντόπαστες ή τα σαμπουάν συγκρίνοντας συστατικά, τι προσφέρουν χρώμα, άρωμα, μέγεθος, συσκευασία, τιμή, ενώ θα μπορούσαν να είχαν διαλέξει γρήγορα και να αξιοποιήσουν το χρόνο τους με καλύτερο τρόπο.

Αντίθετα, αυτοί που επιθυμούν να διαλέξουν κάτι για να ευχαριστηθούν, δεν μπαίνουν σε τόσο πολύπλοκες και χρονοβόρες διαδικασίες κι έτσι τους μένει χρόνος κι ενέργεια και για άλλα πράγματα.




Πώς να χειριστείτε τις πολλές επιλογές

* Επικεντρώστε τις επιλογές σας στα σημαντικά πράγματα και δεχτείτε ότι ίσως χάσετε κάποιες ευκαιρίες
* Να διαλέγετε αλλά να μην το παρακάνετε στη σύγκριση και την ανάλυση
* Μη μετανιώνετε
* Δεχτείτε ότι πολλές φορές το διαφορετικό, αυτό που δεν επιλέχθηκε δείχνει καλύτερο
* Μην έχετε πολύ υψηλές προσδοκίες από τις επιλογές σας. Στο κάτω-κάτω είναι απλώς ένα προϊόν
* Μην ξεχνάτε ότι ο ενθουσιασμός από την επιλογή σας θα ξεθυμάνει σύντομα


Δρ Λίζα Βάρβογλη, Ph.D. Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια, Νευροψυχολόγος



ENYA - A Day Without Rain